ΕΧΕΤΕ ΕΙΣΕΛΘΕΙ ΣΕ ΒΑΡΙΑ ΣΕΛΙΔΑ. ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗ 500 TERABYTE ΚΑΙ ΑΝΩ. "VARIMAGKAS" ΕΦΕΡΕ ΤΗΝ ΜΑΓΚΙΑ ΣΤΟ INTERNET. ΤΟ ΠΙΟ ΜΠΕΣΑΛΙΔΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ.

11 Φεβ 2011

Γλωσσάρι του μάγκα

Γράμμα του αρφάβητου αριθμός 10 τουτέστιν το γράμμα Κ. Γράμμα με πολλά "λήμματα" όπως λένε οι γραμματιζούμενοι.
κ

καδρόνι από μυαλό = βλάκας
καθάρισε τη φάβα = μίλα καλά
καθαρός = απένταρος
κάθομαι φακίρης στο καρφί = έχω έγνοια,αγωνία,στεναχώρια
καλάμι = σε αυτοσχέδιος αργιλέδες χρησιμοποιούσαν για μαρκούτσι καλάμι
καλάρω = ρίχνω τα δίχτυα για να πιάσω ψάρια,ρίχνω σπόντες για να πάρω λόγια(μτφ)
καλλιόπη ή χτένι = τρόποι χαρτοκλεψιάς
καλντερίμι = δρομάκι. η προσπάθεια της πόρνης να εξασφαλίσει πελάτη στο δρόμο
κάμα = δίκοπο μαχαίρι
καμπίσιο = φτωχό,ασήμαντο
καμώματα = υποκρισίες
καμωματού = υποκρίτρια
κανναβούρι = συνθηματική λε΄ξη για το χασίς
κάνει τη γαλάζια κορδέλα = κάνει την αγνή (για γυναίκες μόνο)
καντίνι = τελειότητα,(μτφ) ντύθηκες στο καντίνι,που σημαίνει στολίστηκες
κάνω άπωσον  = διώχνω
κάνω βδελάτο = κολλάω άσχημα...

κάνω βουτηχτή = αρπάζω
κάνω γιούργια = επιτίθεμαι,ορμάω
κάνω γκεζί = συμφωνώ
κάνω ζύγια =  υπολογίζω
κάνω καλντερίμι = (επί πόρνης) αναζητώ πελάτες στο δρόμο
κάνω κεφάλι = έρχομαι στο κέφι
κάνω κοντάρι = είμαι εξαρτώμενος
κάνω κρά = επιθυμώ κάτι πολύ
κάνω λακρεντί = υποχωρώ
κάνω μόστρα = επιδεικνύομαι
κάνω μπούκα = κάνω διάρρηξη
κάνω μόκο = σιωπώ
κάνω περίπολο = συχνάζω
κάνω πορεία = βολεύομαι
κάνω ρετάλι = εξευτελίζω
κάνω σέρβα = προσφέρω
κάνω στο ανοιχτό = δεν πλησιάζω,δεν ενοχλώ
κάνω στοπαριστό = σταματάω
κάνω σφουγγάρι = εκβιάζω
κάνω την τρελλή μου = κάνω αταξίες,σπατάλες
κάνω το στητό καδρόνι = καμαρώνω
κάνω τουμπεκί = σιωπώ,κάνω τον κουτό
κάνω τρακαριστό = βρίσκω τυχαία
κάνω χτένι = κανονίζω,καθορίζω
Καπετανάκης = Διαβόητος για την σκληρότητά και την ρουφιανιά του δεσμοφύλακας των φυλακών της Αίγινας.Πότε ακριβώς ήταν εκεί άγνωστο
καπηλειό = ταβερνάκι
καπρίτσιο = παραξενιά
καπριτσόζα = η γυναίκα που κάνει πείσματα
καραγκιοζάκι = κάλπικο ζάρι
Καρακόλι = αστυνομικός σταθμός
Καρά νταζί = (μαύρο βουνό).Ιδιωματική προφορά του Καρανταϊ
Καρανταϊ = ήμερο βουνό με αμπέλια σε απόσταση μισής ώρας δυτικά από τα Αλατσατά
καραντουζένι = τρόπος κουρντίσματος του μπουζουκιού
καρασεβντάς = μεγάλος καϋμός
κάργα (επιρ.) = τελείως,απόλυτα
κάρδαμος = γερός,χεροδύναμος
καρούτα = άχρηστος,ανάξιος
καρσιλαμάς = χορός αντικριστός
καρφώνω = προδίδω,καταδίνω
καρφωτήδες = προδότες,ρουφιάνοι
κασαδόρος = διαρρήχτης χρηματοκιβωτίων
καταλαβαίνω τα έξυπνα = βλέπω μακρυά,διαισθάνομαι
καταπίνω το σκουμπρί = πιστεύω
κατσιβέλα = γύφτισσα
κατσιρμπαντζής = λαθρέμπορας
κατσιρμάς (ό) = το λαθραίο
καφετζής = έτσι λέγανε παλιά τους καταστηματάρχες
καψουρεύομαι = ερωτεύομαι,παθιάζομαι
καψουρεύω = γουστάρω
καψούρης = ερωτευμένος πολύ,κάποιος που γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης εξαιτίας κάποιας αδυναμίας του
κελαϊδάει το σίδερο = πυροβολεί το πιστόλι
κελεψές = χειροπέδα
κεμπάρης = αξιοπρεπής΄σοβαρός άνθρωπος άξιος σεβασμού
κερχανάς = συνοικία με μπουρδέλα
κιτάπι = γραφτό,γραμμένο,πεπρωμένο (μτφ)
κλειστή γρίλια = φυλακή
κόβω = παρατηρώ με προσοχή,εξετάζω ,ερευνώ
κόβω κότα = κατασκοπεύω
κόβω μάπες = επεξεργάζομαι πρόσωπα,παρατηρώ
κόβω τη βασιλόπιτα = μοιράζω
κόβω χαφτάνι = διακόπτω
κοκαΐνη = ναρκωτικό
κόκαλο = ζάρι
κοκοράκι = σκονάκι
κολλάω τα ζάρια = κρατάω τα ζάρια με τρόπο που όταν τα ρίξω να φέρω τη ζαριά που θέλω
κολλάω τις φωτιές = ανάβω το αργιλέ (μτφ)
κολλαροκόλληση = τύλιγμα με έγγραφα
κολντερίμης = αστυνομικός,φρουρός,(μτφ) προστάτης
κολοκοτρωνάτα = αγαλμάτινα
κολοκυθοκορφάδα = καλοπέραση
κομισιέρης = Τούρκος αστυνομικός,βαθμοφόρος.Κάτι αντίστοιχο με τον Έλληνα υπαστυνόμο
Κομπάσο = ναυτικό όργανο μέτρησης,μέτρο,καλός υπολογισμός
κόνξες = κόλπα.πείσματα,αναποδιές
κονομιέμαι = κερδίζω λεφτά,λύνω τα προβλήματά μου (μτφ)
κοντραμπατζής = λαθρέμπορος
κόντρα πάσα = επιστροφή πράγματος
κοντραπλακέ = ηλίθιος
κόρδα = χορδή
κορδελάκια = φιγούρες,προσποιήσεις
Κορδελιό = συνοικία της Σμύρνης    
κορδόνι χωρίς κόμπο = κανονικά,τίμια
κότσος = κορόιδο
κουβάς με φρόκαλο = σκουπιδοτενεκές
κουβέρτα = το τραπέζι της κυβοπαιξίας
κουκί = ψήφος
κουκουνάρι = αφελής
κουκουναριά = η μηχανή,η πονηρή δουλειά
κουλάφας = τιποτένιος
κουλαντρίζω = κολακεύω,προσπαθώ να εξασφαλίσω την εύνοια κάποιου
κουμαντάρω τα κόζα = διευθύνω
κουμάρι = είδος χορταριού
κουμπές = θόλος της εκκλησίας
κουνιστή πολυθρόνα = αρσενικός θηλυπρεπείς
κουνουπάτα = ψιθυριστά
κουνουπίδι = βλάκας,μεθυσμένος
κουπί = το χέρι
κουρμπέτι = μέρος που ζει κανείς,μέρος που βγάζει το ψωμί του κάποιος λαϊκός τύπος
κουρντίζομαι = ετοιμάζομαι,στολίζομαι
Κουσαντιανή = αυτή που προερχόταν από την Έφεσο (τουρκικά Κουσάνταση).Στην Έφεσο κατασκευαζόντουσαν εξαιρετικά μαχαίρια 
κουσουμάρω = ζυγίζω με το μάτι,χρησιμοποιώ
κουτούκι = καταφύγιο,σπίτι,μαγαζί
κουτσαβάκης = ψευτόμαγκας,ψευτοπαλικαράς,καταδιωγμένος (μτφ)
κούτσουρο = τάλιρο
κούφια αχιβάδα = χωρίς σημασία
κούφιο = περίστροφο,γενικά το όπλο
κοφτή = μαχαίρι
κοχλαράκιας = η λέξη προέρχεται από το κοχλάρι ή κουτάλι και εννοεί τον τοξικομανή που παίρνει ναρκωτικό με το κουτάλι
κρατώ τεντωμένη κλωστή = διατηρώ σχέσεις
κρεμάστρα = ηλίθιος
κρεμάω πλισέ = κάνω ρυτίδες
κρυάδα = ανάγκη 

Αυτά για σήμερα καλά μου παλικάρια,βαρύ ο μάθημα σήμερα όπως και ο χώρος που μας φιλοξενεί.
Από Νικόλα.Ευχαριστούμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου